Παρασκευή 28 Αυγούστου 2015

Θυμάμαι...

Θυμάμαι. Εκείνη την Κυριακή που σε γνώρισα την πρώτη αίσθηση που είχα όταν σε αντίκρισα, όταν σε κοιτούσα και σου αποκάλυπτα τον εαυτό μου, την έκπληξη στα μάτια σου, για τι άραγε ακόμα δεν έχω καταλάβει τι μπορεί να σου προκάλεσα, εγώ σε σένα, αστείο λοιπόν, μα κάπου θα υπάρχει ένα ψήγμα αλήθειας σ'αυτό, δε γίνεται δεν μπορεί η δική μου φαντασία να ξεπερνάει την πραγματικότητα, ποια είμαι εγώ να αμφισβητώ το χρόνο, τους δρόμους μας που δε χωρίστηκαν ποτέ και τις προσωρινές ανάπαυλες κυρίως για να επιβεβαιωθεί ότι τίποτα παράλληλο δε γίνεται να διαρκεί.

Θυμάμαι. Κάθε επαφή μαζί σου και κάθε άγγιγμα, κάθε κοίταγμα και κάθε συζήτηση, κάθε δευτερόλεπτο που χανόμουν στα μάτια σου και ταξίδευα μπροστά στο χρόνο, θα έπρεπε να έχει εφευρεθεί μια χρονομηχανή να μας μεταφέρει στη φαντασία του μέλλοντος εκεί θα έβλεπες μια ζωή γεμάτη ταξίδια και όνειρα, θάλασσες και λίμνες, έρωτες και τρυφερές πρωινές αγκαλιές από αυτές που μόνο εσύ ήξερες να με παίρνεις, που μόνο εσύ θέλησες τόσο πολύ να νιώθεις σα φάρμακο πριν σηκωθείς.

Θυμάμαι. Που περπατάγαμε στη χωμάτινη ανηφόρα μέσα στο απομεσήμερο του καλοκαιριού, με τον ήλιο να πυρώνει στα πόδια μας, η πέτρα και το θυμάρι να καίγονται και η αντηλιά με χτύπαγε τόσο έντονα στα μάτια που νομίζω μπέρδευα τα μάτια σου με τη θάλασσα και απέδρασα στα μακροβούτια της ψυχής σου γυμνή καθώς κολυμπούσαμε στην καταπράσινη θάλασσα που άλλαζε χρώμα από τα δέντρα που την περικύκλωναν, ακόμα δεν κατάλαβα η θάλασσα άλλαζε χρώμα ή τα μάτια σου όπως τα κοιτούσα καθώς τα έβαφε ο ήλιος;

Θυμάμαι. Το άγγιγμά σου στο σεντόνι μου ένα αξημέρωτο πρωί χαμένη κάπου στα όνειρά μου νόμιζα πως σε φαντάστηκα πάλι μέχρι που σε ένιωσα με τις αισθήσεις μου πως ήσουν εσύ, σαν σε όνειρο, βιάζομαι να φύγω μου είπες, κάτι υποχρεώσεις μου ψιθύρισες, ποτέ δεν κατάλαβα ποια υποχρέωση μπορεί να υπερβαίνει την επιθυμία του θανάτου.

Θυμάμαι. Τη φωνή σου όταν περιγράφεις αυτά που σ'αρέσουν κι αυτά που απωθείς, τις εκφράσεις σου όταν θες να πεις κάτι αστείο, το βλέμμα σου όταν σχολιάζεις από μέσα σου ό,τι ασυνήθιστο βλέπεις, τον ιδρώτα που προκαλεί πάντα η επαφή μαζί σου, την αγκαλιά σου που διαρκεί πάντα λίγα δευτερόλεπτα παραπάνω από το συνηθισμένο, το να προσέχεις που σου ψιθύρισα φωνάζοντας μην τύχει και μου πάθεις κάτι και το δικό σου να προσέχεις λες και ήξερες πως δε θα ξαναβρεθούμε σύντομα.

Θυμάμαι. Τι χρονοβόρο ρήμα είναι αυτό; Για να θυμάσαι πάει να πει πως τέλειωσαν τα γεγονότα, πως ζεις μόνο με τις μνήμες, άρα δεν έχεις ζωή να ζεις. Θυμάμαι θα πει πεθαίνω.

Τετάρτη 19 Αυγούστου 2015

Η ανηδονία του καλοκαιριού

Τις δούλεψα καλά τις λέξεις; Σε έκρυψα όπως έπρεπε πίσω από τη χαώδη σημασία τους; Μπόρεσες άραγε να διακρίνεις τον εαυτό σου ανάμεσά τους; Εγώ θα σου κλείσω το φως. Όχι για να σε αποπλανήσω, ποτέ για να σε αποπλανήσω, να έτσι για να κοιμάσαι ξέγνοιαστος, για να ταξιδεύει η ψυχή σου στους Αύγουστους των Επτανήσων κι άσε με μένα με το φως ανοιχτό, όσο χωράει δηλαδή να μπαίνει απ'το φεγγάρι, γιατί φως δεν άναψα ποτέ, μη και σε ξυπνήσω από την άγνοια σου.

Έτσι να σημειώνω στα οπισθόφυλλα των τετραδίων μου τις νύχτες το ποσό πολύ μου λείπεις τις μέρες, γιατί τις νύχτες σε έχω πάντα εδώ μαζί μου στα όνειρά μου κι αν καμιά φορά ξεχαστείς και δεν έρθεις, σου δίνω άλλοθι πως ήταν στενό το μονοπάτι, σκοτεινό και δυσδιάβατο και δεν ήθελες να λερώσεις τα πόδια σου στο χωμάτινο του υποσυνειδήτου, αλλά τις μέρες πώς να σε κρύψω και πού; Τόσος ήλιος με καίει το απομεσήμερο, τόση θάλασσα απλώνεται μπροστά μου, τόσος ουρανός να πεις και να μην ήθελες, δρόμοι υπάρχουν για να 'ρθεις, στο κέντρο βρίσκομαι όχι στις άκρες απροσπέλαστη κι όμως να εσύ δεν έρχεσαι κι εγώ πώς να σε κρύψω και πού; Πίσω από ποια δικαιολογία; Ποιο άλλοθι να βρω να με παρηγορήσω τώρα που το μονοπάτι πυρώνει κάτω απ'τον Αυγουστιάτικο ήλιο, τώρα που κολύμπησες και με βρεγμένα τα πόδια πια δε θα καίγεσαι; Πώς να σε κρύψω και πού; Να έρθεις.

Το μολύβι είναι η προέκταση της καρδιάς μου να θυμάσαι, μην ξεχαστείς ποτέ πίσω από τις λέξεις που δούλεψα για να μη σε διακρίνω ή μάλλον για να μη σε διακρίνεις εσύ, αλήθεια τώρα πες μου ακόμα δεν έχεις καταλάβει ή μήπως παίζεις κι εσύ με τις λέξεις; Κι αν είναι παιγνίδι όλο αυτό το κρυφτό θεέ- εσύ να χάνεσαι εξάπαντος κι εγώ ακροθιγώς να σε αναμένω- έτσι χωρίς καμιά βεβαιώση του μέλλοντος, κάνε τουλάχιστον να 'ναι μια ιδιοτροπία σου αυτή να παίζεις με τις λέξεις κι όχι με τα συναισθήματα.

Δευτέρα 13 Ιουλίου 2015

Μέσα Ιουλίου

Δεν έχω λόγια να σου πω τι νιώθω για σένα. Αλήθεια δεν ξέρω πώς να στο περιγράψω. Τι είναι αυτό που με κάνει να σ’αγαπάω τόσο απελπισμένα πολύ. Θα μπορούσα να σου μιλάω για ώρες για το πόσο μ’αρέσει όταν κολυμπάμε μαζί στη θάλασσα, όταν σε νιώθω δίπλα μου, όταν σε βλέπω να χαμογελάς, όταν ξέρω πως δε με κοιτάς αλλά εγώ σε παρατηρώ σε κάθε σου κίνηση, όταν μπορώ να καταλάβω τι σκέφτεσαι όταν δεν εκφράζεσαι, όταν μπορώ να δω τους φόβους στα μάτια σου και την ακόμα επίμονη απόφασή σου να μη με εμπιστεύεσαι. Θα μπορούσα να σου μιλάω για ώρες, αλλά και πάλι δε θα μπορούσα να περιγράψω τι νιώθω για σένα. Γιατί ο έρωτάς μου για σένα δε σβήνει, γιατί φουντώνει η φλόγα όσο περνάει ο καιρός, γιατί μου είναι τόσο δύσκολο να σε ξεπεράσω, τόσο απεγνωσμένα δύσκολο να σε ξεχάσω και να προχωρήσω. 

Όχι ότι δεν το προσπάθησα, μη γελιόμαστε. Δε θα σου κρυφτώ. Αλήθειες σου λέω. Ναι το προσπάθησα. Να σου ξεφύγω. Να σε απαρνηθώ, να στρέψω αλλού το βλέμμα μου και την προσοχή μου να μη σε θυμάμαι, εσένα και το άρωμά σου που ακόμα υπάρχει στο σεντόνι μου, να μη σε γεύομαι σε κάθε ποτό που δεν πίνω, να μη σε μπερδεύω στο δρόμο με άλλους, αυτό είναι το χειρότερο, ο πιο δικός μου εφιάλτης να σε απαντώ στο δρόμο και ύστερα να βλέπω πως δεν είσαι εσύ. Βλέπεις και τώρα ακόμα δεν μπορώ να σου εξηγήσω τι νιώθω για σένα. Ποια έλξη είναι αυτή που με κρατάει κοντά σου, με ποιον μαγεμένο τρόπο έχεις καταφέρει να μου τρυπάς το μυαλό, να κρατάς ανέπαφες τις συναντήσεις μας, να διαγράφεις αυτομάτως ό,τι αρνητικό υπάρχει, σα να μην υπήρξε ποτέ και να καταφέρνεις να δημιουργείς καινούργιες ιστορίες ή μήπως αυτές τις δημιουργώ εγώ. Αλήθεια δεν ξέρω. 

Ποτέ μου δεν κατάλαβα αν αυτή η αδυσώπητη επιβολή που έχεις στα πράγματα οφείλεται άραγε σε κάποια ενέργεια δικιά σου, κάποια μαγική σου δύναμη που το μυστικό της το ξέρεις μόνο εσύ ή σε μένα που αφήνω τα πράγματα να με διαπερνάνε ως και την τελευταία ακτίνα του ηλίου, που αφήνομαι ολοκληρωτικά και χωρίς ασπίδες προστασίας στην επαφή μαζί σου. Κάποιος κάποτε είπε πως κανένας έρωτας δεν έζησε στον κόσμο αν δεν τον ήθελαν και οι δύο. Αν δεν προσπάθησαν γι αυτόν και οι δύο. Όλοι οι άλλοι νεκροί. Όλοι οι άλλοι έρωτες νεκροί. Όσοι προσπάθησαν μόνοι τους. Καταλαβαίνεις τώρα; Καταλαβαίνεις γιατί πρέπει να μιλήσεις κι εσύ; 

Σάββατο 27 Ιουνίου 2015

Υλικά

Άδειο το τραπέζι μόνο εσύ κι εγώ να αναμετρηθούμε έχω αγοράσει όλα τα υλικά που χρειάζονται αυτή τη φορά δεν ξέχασα τίποτα ούτε να στάξω λίγη αγάπη παραπάνω να καταλάβεις επιτέλους τι είμαστε ούτε να φοβηθώ να σε δεχτώ ολόκληρο ούτε κι εσύ να με αρνηθείς πλάθω πλάθω συνέχεια ιστορίες γράφω για σένα και για εμάς για μένα ποτέ δεν είμαι εγώ η πρωταγωνίστρια σου είπα ή μάλλον εσύ το είπες ήξερες καλά τι ρόλο παίζεις στις ζωές των ανθρώπων δεν ξέρω για τους άλλους ανθρώπους δε θέλω να μάθω για τους άλλους ανθρώπους μη μου μιλάς για τους άλλους ανθρώπους εγώ ξέρω μόνο ότι πρέπει να συνεχίσω να σε πλάθω στα χέρια μου να σε νιώθω να διασπάσαι στα δάχτυλά μου αν τύχει κάποιο κομμάτι σου –απροσεξία δικιά μου- και πέσει με λεπτομέρεια και σαφήνεια θα το ξαναπάρω στα χέρια μου δε γίνεται να αποσυντίθεσαι έτσι πρέπει κάθε κομμάτι σου να υπάρχει εκεί ανέπαφο φτιάχνω παράλληλα τις γεύσεις που θα σε μαγέψουν ρίχνω λίγο μπαχάρι μόνο ίσα για τη γεύση δε θέλω να σε αποπλανήσω θέλω συνειδητά να ξέρεις πού κατευθυνόμαστε πια δε θέλω να είναι όνειρο που σκέφτηκες αλλά η πιο δικιά μας πραγματικότητα προσέχω πολύ τις λεπτομέρειες και τις δοσολογίες τι κουβέντες θα σου πω μη στάξει παραπάνω το λεμόνι και φύγει η γλύκα μέχρι πού με παίρνει να σε κοιτάζω όταν βρίσκονται και άλλοι στο δωμάτιο πόσο μπορώ να χαμογελάω χωρίς να μου χυθεί η μαγιά ακόμα την φτιάχνω με λεπτομέρεια προσέχω πολύ δεν αντέχεται άλλο λάθος τα υλικά τελειώνουν δε γίνεται να ξαναφτιάξεις κάτι από την αρχή όταν πλέον θα είναι χαλασμένο για πάντα πρόσεξα πολύ αυτή τη φορά τι υλικά να αγοράσω διάλεξα τα καλύτερα λόγια μου να σου αγοράσω τα πιο αληθινά αυτά που ποτέ δε θα μπορέσω να σου πω γι αυτό στα γράφω λες και η φωνή ξεχωρίζει τι είναι αληθινό και τι όχι διάλεξα με μεγάλη προσοχή να μη μαραθούν οι πράξεις μου να διατηρηθούν στο ψυγείο για να μπορέσω να τις χρησιμοποιήσω κι αύριο και όσο σε συνθέτω τόσο δεν καταλαβαίνω την κατασκευή σου δεν προσπαθώ να σε αναλύσω πια δε με ενδιαφέρει να μάθω τι είναι αυτό που σε κάνει τόσο διαφορετικό μου αρκεί που είσαι σε περιχύνω με μυρωδικά και αρώματα σε λούζω στο σεληνόφως αργά να ρέει το νερό ανάμεσα από τα ακροδάχτυλα να γλιστράνε τα συναισθήματα να τα νιώθω απαλά στα χέρια μου τα σημάδια από τα λόγια σου πια να μη με χτυπάνε στο στήθος οι λέξεις να σε ποτίσω κόκκινο κρασί δίπλα από τη θάλασσα να γεύομαι από τα χείλη σου πάντα έτσι δοκίμαζα τα πράγματα εγώ από τα χείλη σου για να είμαι σίγουρη ότι θα μ’αρέσουν λίγο λάδι χρειάζεται ακόμα θα βοηθήσει στο ψήσιμο μου έλεγαν οι παλιότεροι ακούω πάντα τους παλιότερους ξέρουν αυτοί από αγάπες κι από έρωτες και δίπλα από μένα στο τραπέζι υπάρχει ένα ρολόι να μου μετράει πόσο πρέπει να περιμένω όσο ετοιμάζεσαι να με υποδεχτείς θα ‘ναι σήμερα θα ‘ναι αύριο μόνο μην αργείς πολύ γιατί καίγονται οι καρδιές των ανθρώπων μετράει το ρολόι αντίστροφα και περιμένω υπομονετικά πού και πού κοιτάζω από το τζάμι να δω μήπως έρχεσαι αν είσαι έτοιμος ακόμα βλέπω πως πλησιάζεις αλλά δεν είσαι ακόμα έτοιμος βλέπω την όψη σου να αλλάζει να ενδύεσαι χαμόγελα αλλά περιμένω το σωστό χρόνο όχι όχι τώρα όχι ακόμα πρέπει πρώτα να είσαι σίγουρος να ξέρεις τι θέλεις να είσαι έτοιμος όταν θα βρεθούμε δε θέλω τα ημίμετρα ή ολοκληρωτικά δικός μου ή καθόλου δεν ανεβάζω τη φωτιά στη σωστή θερμοκρασία είσαι ίσα που σε ζεσταίνει η ανάσα μου δεν έρχομαι πιο κοντά από φόβο μη σε κάψω δεν απομακρύνομαι όμως περιμένω υπομονετικά να είσαι έτοιμος το ρολόι ακόμα χτυπάει αργοί οι χτύποι του αλλά εγώ είμαι εδώ δε σ αφήνω από τα μάτια μου ξέρω λίγο να αποστρέψεις το κεφάλι σου αλλού κι όλα χάνονται δεν είναι καιροί αυτοί για να μη δίνεις σημασία πρέπει να προσέχεις και να προστατεύεις ό,τι θεωρείς πολύτιμο δε σε χάνω από τα μάτια μου μη φοβάσαι μόλις θα είσαι έτοιμος θα το καταλάβω θα έρθω προσεκτικά εγώ να σε προϋπαντήσω μη βιάζεσαι θέλω να ξέρεις τι είσαι πρόθυμος να κάνεις και μετά και μετά ίσως δοκιμάσω επιτέλους από τη γεύση παραδείσου ίσως δω τελικά την αναμονή μου να άξιζε την προσπάθεια ίσως όλη αυτή η προετοιμασία να με ανταμείψει στο τέλος δεν έχω μυστικά αλήθεια δεν έχω στην είπα όλη τη συνταγή μου με λεπτομέρειες δεν έκρυψα τίποτα δεν απάντησα σ’όλα τα ερωτήματα μου λες μα είναι και δικιά μου αυτή η απορία δεν έχω απάντηση να δώσω ποτέ μου δεν κατάλαβα τελικά από τι υλικό είναι φτιαγμένοι οι άνθρωποι που ερωτευόμαστε;

Παρασκευή 20 Φεβρουαρίου 2015

Το απροσδιόριστο

Και δύο άνθρωποι που έζησαν κάποτε μαζί και τώρα χώρισαν οι δρόμοι τους τι είναι άραγε; Φίλοι; Παλιοί εραστές; Το απροσδιόριστο. Κάποτε πίστευα στο απροσδιόριστο. Στο μη ορισμένο. Που δεν πιάνεις ούτε τη μια άκρη του νήματος, ούτε την άλλη. Που είσαι ακόμα στον αέναο κύκλο της περιστροφής. Μα για να είσαι φίλος με τον άλλον πάει να πει ότι ολοκληρωτικά τον ξεπέρασες. Αφού ακόμα πιστεύεις στο απροσδιόριστο λοιπόν, αφού ακόμα η κλίση σου δεν είναι σαφής, αφού ακόμα γυρνάς στους κύκλους σου χωρίς να έχεις επιλέξει στρατόπεδο, δεν είσαι φίλος, δεν είσαι στον κύκλο, δεν είσαι στο απροσδιόριστο. Όχι, όχι δεν πιστεύω πια στο απροσδιόριστο. Προσδιορισμένο είναι και σαφές: εν δυνάμει μαζί. Βγες απ'τον κύκλο σου. Στη γωνία σε περιμένω πάλι.



19/02/2015