Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2012

Iστορίες απ'την καθημερινότητα: 9η Ιστορία "Τα παράδοξα της Κίρχοφ"


"Τα παράδοξα της Κίρχοφ"

Εντάξει όπως και να το κάνεις κάθε άνθρωπος έχει τα στραβά του. Τα πάνω του θες τα κάτω του θες, τα ζερβά του, τα κουλά του. Και αυτά σε συνδυασμό με τις ελαττωματάρες, που ο καθένας μας σέρνει και από μια οκά από δαύτες στην πλάτη του, έχουν την τάση να αυξάνονται και να πληθύνονται με ρυθμούς ανάποδους απ’ότι η καλοσύνη των ανθρώπων: πολλαπλασιάζονται δηλαδή στο επ’άπειρο σε χρόνο dt, διαιρώντας στο ποτέ και στο καθόλου τα μικρο-προτερηματάκια που μπορεί να έχεις ως άνθρωπος. Τα παράδοξα που ακολουθούν φιγουράρουν ως άλλες μοντέλες της πασαρέλας, με ύφος «είμαι η ωραιότερη και η πιο χαζή καρατσεκαρισμένο, ψηφίστε με», για τα μάτια σας μόνο!!

Παράδοξο νούμερο 1: Οι γέφυρες
            Κάθε κανονικός άνθρωπος όταν θέλει να δώσει ή να λάβει οδηγίες στο δρόμο αντιλαμβάνεται το πρόβλημα των γεφυρών ως εξής: Εγώ που είμαι στο αυτοκίνητό μου και πρέπει να περάσω πάνω απ’τη γέφυρα σημαίνει πως θα ανηφορίσω λιγάκι, πως κάποια στιγμή στο διάβα μου θα πατάω μια γέφυρα, πως θα βρίσκομαι κάπου ψηλότερα τέλος πάντων. Ωραία; Ωραία, λες εσύ γιατί είσαι ένας κανονικός άνθρωπος. Βρε μανάρια μου, βρε πουλάκια μου, βρε γλυκά μου παιδάκια πείτε μου τώρα μεταξύ μας το σωστό, το λογικό, το κανονικό (τι λέω!) δεν είναι να ορίζουμε την κίνησή μας βάσει του σταθερού σημείου; Ας εξηγηθώ. Το σταθερό σημείο είναι η γέφυρα. Και το κινητό σημείο είμαστε εμείς. Γιατί εμείς μπορούμε να κάνουμε και τούμπες, αλλά η γέφυρα θα παραμένει στο ίδιο σημείο. Όμορφα. Άρα, το πάνω γέφυρα σημαίνει ότι η γέφυρα θα βρίσκεται από πάνω μας και το κάτω γέφυρα ότι η γέφυρα θα βρίσκεται από κάτω μας, άρα θα την πατάμε. Σας μπερδέψα, το ξέρω το κατανοώ, αλλά προσέξτε το συλλογισμό μου. Γιατί τα πράγματα θα πρέπει να είναι ανθρωποκεντρικά; Να ορίζονται οι γέφυρες, θεέ, ανάλογα με τον άνθρωπο. Μα οι γέφυρες θα βρίσκονται εκεί ακόμα και όταν πεθάνουν οι άνθρωποι. Άρα οι γέφυρες θα ζήσουν περισσότερο από εμάς, άρα αυτές ορίζουν το πώς θα κινηθούμε.
           Είναι ολόκληρη φιλοσοφία παιδί μου, όχι ψέματα. Δεν είναι έτσι απλό εσύ νομίζεις άντε μπαμ είπαμε ένα πάνω – κάτω απ’τη γέφυρα και κάτι κάναμε. Θέλει προσοχή το πράγμα, θέλει μελέτη. Και επανέρχομαι: το ζητούμενο δεν είναι πού θα βρίσκεσαι εσύ σε σχέση με τη γέφυρα. Αλλά πού θα βρίσκεται η γέφυρα (το σταθερό σημείο) σε σχέση με τη δική σου κίνηση (που ορίζει μια υποκειμενικότητα ρε παιδάκι μου, γιατί σ’αυτή τη ζωή αυτά που θα πρέπει να κρατάμε είναι τα σταθερά πράγματα στη ζωή μας και βάσει αυτών να κανονίζουν και οι υπόλοιποι ασταθείς τη ζωή τους). Άρα λοιπόν συμπέρασμα κάθε φορά που ένας άνθρωπος προσπαθεί να μου δώσει εξηγήσεις στο δρόμο και οι οδηγίες αυτές περιλαμβάνουν και ανεβοκατεβάσματα γεφυρών, η Κίρχοφ έχει το αιώνιο πρόβλημα. Μη μου λες πάνω απ’τη γέφυρα ή κάτω απ’τη γέφυρα. Πες μου πού θα βρίσκεται η γέφυρα σε σχέση με μένα!! Μπας και συνεννοηθούμε. Άρα το πάνω γέφυρα το δικό σας που το μεταφράζετε ως «την πατάω τη γέφυρα είμαι από πάνω της» και το κάτω γέφυρα το δικό σας που είναι «την περνάω από κάτω τη γέφυρα» (καλά τα είπα;), εμένα μπορεί να μου προκαλέσει έναν ανελέητο πονοκέφαλο και να με κάνετε και να χαθώ!! Για μένα τα πράγματα είναι απλά πάνω γέφυρα σημαίνει «ότι η γέφυρα είναι από πάνω μου, στο κεφάλι μου» και κάτω γέφυρα σημαίνει «ότι τη γέφυρα την πατάω, την έχω στα πόδια μου».

υ.γ. Εντάξει το ξέρω ότι δεν έπεισα κανέναν σας, ίσως μόνο λίγο τη δόλια μάνα μου που κάθε φορά που βρισκόμαστε μαζί στο αυτοκίνητο και έχουμε να περάσουμε γέφυρες και αρχικά μου λέει πώς να πάμε με το δικό σας τρόπο, την κοιτάω καλά καλά και την ρωτάω «δηλαδή η γέφυρα πού πρέπει να είναι για να πηγαίνουμε σωστά;" και μου απαντάει και συνεννοούμαστε!

υ.γ. 2 Μπορείτε άνετα να αναρωτηθείτε «μα καλά η γκόμενα πάει καθόλου καλά; Έχει ολόκληρη φιλοσοφία ζωής ακόμα και για τις γέφυρες;», για να σας απαντήσω πως δεν πάω καθόλου καλά, καρατσεκαρισμένο επίσης.

Παράδοξο νούμερο 2: Η αμφιχειρία
             Κάθε κανονικός άνθρωπος χρησιμοποιεί το ένα του χέρι περισσότερο από το άλλο. Οι δεξιόχειρες το δεξί, οι αριστερόχειρες το αριστερό και άντε να υπάρχουν και μερικοί που δε νιώθουν τόσο κουλοί με το χέρι που δε γράφουν. Αυτές είναι οι 3 κατηγορίες κανονικών ανθρώπων που έχει γνωρίσει αυτός ο κόσμος. Η 4η κατηγορία- μια κατηγορία από μόνη της είναι η Κίρχοφ. Να πω ότι είμαι δεξιόχειρας; Ψέμα θα ‘ναι. Να πω αριστερόχειρας; Ψέμα επίσης.
            Πάρε για παράδειγμα τι γίνεται στα τραπέζια που πηγαίνουμε και τρώμε. Αν δεν είναι επίσημα τα πράγματα οι δεξιόχειρες κρατάνε και πιρούνι και μαχαίρι με το δεξί (το βλέπεις εκεί που τρώνε που τα στοιβάζουν και τα 2 απ’τη μια μεριά) και οι καημένοι οι αριστερόχειρες έχοντας μάθει να στρώνε σωστά οι περισσότεροι κρατάνε το πιρούνι με το αριστερό και κόβουν με το δεξί. Η κατηγορία της τρελής, την οποία επάξια εκπροσωπώ με περισσή χαρά, κρατάει και το μαχαίρι και το πιρούνι με το αριστερό. Για να είμαι πιο σαφής, κρατάω το πιρούνι με το δεξί για να κόψω με το μαχαίρι στο αριστερό χέρι και μόλις κόψω, δίνω το πιρούνι στο αριστερό χέρι για να φάω κιόλας. Το αυτό συμβαίνει και με το κουτάλι, που ακόμα και το savoir vivre λέει ότι θα πρέπει να το κρατάμε στο δεξί, εγώ κι αυτό στο αριστερό.
            Θα μου πουν μερικοί, 24 έφτασες κοπέλα μου δεν έμαθες ακόμα να τρως σωστά; Ας εξηγηθώ λοιπόν. Δεν είναι ότι δεν προσπάθησα, δεν είναι ότι δε θέλω. Πάρε για παράδειγμα πριν κάτι χρόνια που βρισκόμασταν σε κάτι βαφτίσια είχα πάει μετά στο τσιμπούσι, επισημότητες κι έτσι, εκεί ακόμα και οι δεξιόχειρες ταλαιπωρούνταν οι άνθρωποι να κρατάνε το πιρούνι με το αριστερό, κάνανε να φάνε μια μπουκιά μισό αιώνα και λέω εγώ εντάξει μεγάλη κοπέλα είμαι πια ας φάω κι εγώ σωστά σαν άνθρωπος, ένεκα της επισημότητας του τραπεζίου δηλαδή. Έρχεται το λαχταριστό μπιφτέκι, εγώ κυρία δεν πέφτω με τα μούτρα, διατηρώ το επίπεδο, τα γέλια ήταν σε μορφή μικρού χαχανητού, ξέρεις με κλειστό το στόμα μη φαίνεται και το ρύζι που κόλλησε ανάμεσα στα δόντια, ούτε να σ’ακούει και το διπλανό τετράγωνο να έχεις χεστεί στο χάχανο, καταλαβαίνεις τώρα κομψότητα στο φουλ. Τι να κάνει και η δικιά σου κρατάει το μαχαίρι με το δεξί και να φιλοδοξεί να κόψει το μπιφτέκι, ώσπου ναι κυρίες και κύριοι έγινε ακριβώς αυτό που φαντάζεστε!! Εκτοξεύτηκε ο ομαδοποιημένος κιμάς εκτός του πιάτου μου, φαρδύς πλατύς στο τραπεζομάντιλο, με ηχητική υπόκρουση ήχο τσιριχτό και ανατριχιαστικό σαν αυτό που κάνει το μαχαίρι όταν έρχεται σύριζα με πορσελάνη, αι κυρίαι έντρομες κοίταξαν να δουν ποιανής έσπασε το νύχι, ώσπου είδαν την μπιφτεκάρα μου φαρδιά πλατιά να κείτεται στο άσπρο πάνλευκο τραπεζομάντιλο, μη έχοντας ακόμα φαγωθεί, άθικτο όπως το έπλασε η μάνα του. Θρήνος και οδυρμός.

υ.γ. Το ξέρω ότι καίγεστε να σας πω τη συνέχεια με το μπιφτέκι, εντάξει εγώ κυρία χαζοχαμογέλασα, γράπωσα με το πιρούνι, κρατώντας το στο αριστερό χέρι πάντα, το μπιφτέκι, το οποίο και ξαναπροσγείωσα στο πιάτο μου και αποφάσισα ότι καλύτερα να φάω ζερβά, αριστερά το πιρούνι, αριστερά το μαχαίρι, αλλά τουλάχιστον αναίμακτα, παρά να ακουστούμε στο άπαν σύμπαν και στο τέλος να μη φάμε κιόλα αυτό που το πας;

υ.γ. 2 Το αυτό παράξενο μου συμβαίνει επίσης με τα παλαμάκια που τα βαράω με το αριστερό χέρι, γιατί αν τα βαρέσω με το δεξί θα είμαι σαν καρτούν που του φεύγουν τα χέρια, με το ποδήλατο επίσης που δεν υπάρχει ουδεμία πιθανότητα στο εκατομμύριο αν κρατήσω το τιμόνι μόνο το δεξί χέρι να μη στουκάρω στο πρώτο δευτερόλεπτο (ενώ με το αριστερό μόνο σε πάω διαδρομές ως τη Χαβάη με μία ρόδα), με το αυτοκίνητο που γίνεται το μάλε βράσε όταν θέλω να φάω μια τυρόπιτα, μια μπανάνα, κάτι βρε αδερφέ, όπου εύχομαι να είχε 4 αριστερά χέρια, με το 1 να κρατάω το τιμόνι, με το άλλο να αλλάζω τις ταχύτητες, με το 3ο να κρατάω το φαί και με το 4ο να σκουπίζομαι κιόλας. Αλλά ένεκα που η φύση τα έπλασε έτσι τι να κάνεις; Και πώς να φάω μου λες; Που το τιμόνι άμα το κρατήσω με το δεξί θα προκαλέσω καραμπόλα. Άρα το τιμόνι με το αριστερό και το φαί με το δεξί. Που το δεξί δε βρίσκει το δρόμο για το στόμα με καμία κυβέρνηση, αλλά λέμε. Και οι ταχύτητες; Που είναι κι αυτές στο δεξί χέρι; Σκότωμα σου λέω σκότωμα. Ταχυδακτυλουργικά κάνω κάθε φορά για μια μπουκιά.

υ.γ. 3 Γράφω με το δεξί.

Ηθικό δίδαγμα: Κάθε φορά που έγραφα ξεκίναγα με το «ένας κανονικός άνθρωπος». Συμπέρασμα: υπάρχουν και άνθρωποι που δεν είναι κανονικοί.

Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2012

Επέτοιοι


Το μόνο που με λυπεί είναι η απουσία σου.
Η ασυγκράτητη ορμή σου να αποδιώχνεσαι από το χειροπιαστό. Η αέναη μεταφορά σου στο άπειρο,δίπλα σ'αυτές τις κόκκινες παπαρούνες, διασπώμενος.

Το μόνο που με λυπεί είναι ο αργόσυρτος ήχος.
Αυτός που σέρνει τα παπούτσια σου από την κρεβατοκάμαρα στην κουζίνα και ξανά πίσω, μόνο και μόνο για να ξεδιψάσει την περιέργειά μου με λίγο τρεχούμενο νερό βρύσης. Και μετά να με αναιρέσει πάλι για την παραίσθησή μου.

Το μόνο που με λυπεί είναι η αγκαλιά σου που δεν άγγιξα.
Σαν ήρθα τα χαρμόσυνα νέα να σου πω. Αυτά που σαν τα άκουσες, δάκρυσες. Και είδα από τα μάτια σου να τρέχουν ποτάμια δάκρυα τα υπερήφανα συναισθήματά σου.

Το μόνο που με λυπεί είναι η χαρά που δεν προσέφερα.
Όσο απλόχερα ήθελα και αισθάνθηκα. Όσο ατελείωτη και αξεδίψαστη υπερπαραχέται από μένα. Όσο βαθέως εξιλεωτικά και δίχως σύνορα διαμοιράστηκε και διασκορπίστηκε για να πιάσει κάθε κομμάτι σου που περικυκλώνει τον κήπο μου και που δίνει στα λουλούδια μου τη μυρωδιά σου.

Το μόνο που με λυπεί είναι του πλήθους η μάζωξη.
Που δεν άφησαν μια καρέκλα αδειανή για να καθίσει το αίμα σου να με χειροκροτήσει όπως θα ήθελες.

Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2012

Εσύ


Εσύ. Τα μάτια σου είναι ένας ουρανός με αστέρια που κάθε τόσο πέφτει και ένα και πάντα κάνω μια ευχή: να βλέπω κι άλλα αστέρια να πέφτουν. Χάνομαι στο απροσδιόριστο των ματιών σου. Είναι άραγε ανθισμένη άνοιξη τα μάτια σου ή έχουν ακόμα το φως του ήλιου μετά τη βροχή και εγώ τα κοιτάζω μέσα από την ομίχλη;

Εσύ. Τα χείλη σου δάγκωσαν χθες ένα κομμάτι κόκκινο μήλο: προπατορικό το άμαρτημα των λαβωμένων χειλιών σου. Κάποιος ζωγράφος με συμμετρία άγγιζε με το δάχτυλό του νύχτες ολόκληρες το κύλο του χαμόγελού σου και αποτύπωσε με το αίμα του το πιο έντονο συναίσθημα: να χαμογελάς μπροστά στις δυσκολίες.

Εσύ. Οι επιτονισμένες λέξεις σα στρογγυλοί φθόγγοι ρέουν αργά από τη γλώσσα σου. Μέσα στη φωνή σου αγάπησα τον κόσμο: αυτόν που σε δημιούργησε κι αυτόν που δημιούργησες. Αν μπορούσα να διαλέξω ένα θάνατο θα ήταν αυτός: να ακούω τη φωνή σου να με κοιμίζει στην αιωνιότητα. Ήρεμα να πορευτεί κανείς προς το άπιαστο.