Δευτέρα 16 Ιουνίου 2014

Εξομολογήσεις

Θαυμάζω σε σένα το θάρρος σου.
Να στέκεσαι ακίνητος και να κοιτάς πάντα ψηλά, σα να κέρδισες κάτι, σα να σου ανήκει το σύμπαν ολόκληρο, ο ουρανός απόκτημα δικό σου, σαν το αδιευκρίνιστο του ύψους να είναι γη σου και πατρίδα. Κι αυτός ο κομπασμός του λόγου σου- θεέ- με πόσο μίσος ποδοπατάς τις φράσεις, τις λέξεις, τις συλλαβές και τα φωνήεντα όταν παρεκκλίνουν από την επιθυμία της στιγμής σου, λες και ο κόσμος τάχθηκε όλος υπέρ της δικής σου ικανοποίησης.

Θαυμάζω σε σένα την απόστασή σου.
Την ανελέητη αυτή απόσταση που αφήνεις ανάμεσα μας να περνάει ο χρόνος, λες και θα πρέπει να υπάρχει κάτι ανάμεσα, λες και τα σώματα δεν εφάπτονται το ένα κολλητά με το άλλο, λες και θες να γεμίσεις το συμπαγές συναίσθημά μου με αεροδιάλυτους συναισθηματισμούς παρελθόντος, που ξενίζουν και απομακρύνουν, θαρρείς πως το παρελθόν μεταξύ μας θα ξεγράψει το όποιο μέλλον, ξεχνώντας ότι η ιστορία δένει τους ανθρώπους, δεν τους απομάκρυνε ποτέ.

Θαυμάζω σε σένα την κυκλοθυμία σου.
Το πόσο εύκολα μετατρέπεις ένα σ’αγαπώ σου σε καθημερινή λέξη, λες και τα γράμματα που χρησιμοποιείς για να προφέρεις δεν έχουν στοιχειωθεί από το βάρος της αλήθειάς σου, λες και ξέρεις τελικά να προσπερνάς ανθρώπους- αν θα μπορούσες βέβαια να το ονομάσεις αυτό προσπέραση, ξεχνάς ότι για να περάσεις κάποιον πρέπει να τον βλέπεις να κινείται κι αυτός, αλλιώς τι σόι προσπέραση είναι αυτή στο ακίνητο; Μα μετακινείται ποτέ το άφθαρτο; Το αιώνιο; Μπορείς να μπεις μπροστά από τους στυλοβάτες ή μήπως πίσω τους, μπορείς αλήθεια να ηγηθείς ή να ακολουθήσεις ό,τι ριζώνει εδώ σταθερό και αμετάκλητο και σε αναμένει στους αιώνες να αλλάξεις πάλι τη γνώμη σου και να ξαναπροφέρεις το σ’αγαπώ σου σαν την πιο ιερή φράση του κόσμου;

Θαυμάζω σε σένα την υπομονή σου.

Ή μάλλον όχι. Δεν είναι υπομονή αυτό. Είναι άγνοια. Παντελής και εξ’ολοκλήρου καθηλωτική άγνοια της ευτυχίας που σε περιμένει να σου παραδωθεί άνευ όρων και ολοκληρωτικά, που εσύ για τους δικούς σου ανεξερεύνητους και ανεξήγητους λόγους καθυστερείς να βιώσεις, ίσως γιατί το δικαίωμα στην ευτυχία το έχουν λίγοι- θυμάμαι μου είπες- και θεώρησες τάχα τον εαυτό σου κομμάτι κάποιας μοιραίας συμφοράς. Έλα, ντύσου, φόρεσε το γαλανό σου χαμόγελο, ενδύσου τη σκέψη μου που σ’ακολουθεί παντού, διώξε από πάνω σου το θάρρος, την απόσταση, την κυκλοθυμία, την υποταγή στο μοιραίο και γίνε σάρκα στο αίμα μου, χαρά στη λύπη μου, θαύμα στη μοίρα μου και απόλαυσε αυτή τη θάλασσα που ανοίγεται μπροστά μας αστείρευτη να την κολυμπήσουμε μαζί μέχρι το τέλος.

Βλέπεις η υπομονή μου είναι αυτό που θαυμάζω σε μένα.





16/06/2014