Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου 2013

Άνθρωποι

Με ρωτάς γιατί. Γιατί απλώνω το χέρι στο χώμα. Γιατί το αφήνω να περάσει μέσα απ’τις παλάμες μου, τα ακροδάχτυλά μου, το νερό. Γιατί τον κρατάω τον αέρα στη χούφτα μου και τον ανασαίνω τα βράδια με λυγμούς και με ζεστές αγκαλιές παρηγοριάς- λόγια ανέφικτα μπορεί, μα που θα φέρουν ένα μικρό χαμόγελο στα χείλη. 

Με ρωτάς γιατί. Γιατί προσφέρω γιασεμιά σε κήπους που μαράθηκαν, γιατί δε στρέφω το βλέμμα μου αλλού, στους καθρέφτες του κόσμου που έχτισαν για να αυτοθαυμάζονται οι εγωισμοί και να ξεχνιούνται οι προθέσεις. 

Με ρωτάς γιατί. Γιατί θα περάσει έστω και σε λεπτά λιγοστά η σκέψη του χαμένου παραδείσου, η αγωνία της επανάκτησής του, η λαχτάρα για να συμβάλλει η ύπαρξή μου σα στυλοβάτης στα όνειρα που μισογκρεμίστηκαν και χάλασαν. 

Με ρωτάς γιατί. Γιατί ενώ πέρασα απ’τον ωκεανό ξαναγυρίζω. Γιατί ενώ με ξέβρασε η θάλασσα, θέλω να επιστρέψω μες τη φουρτούνα της. Γιατί ενώ σώθηκα απ’του ήλιου το κάψιμο δε βυθίζω το κεφάλι μου στο βυθό της μοναξιάς μου. Γιατί όσο και αν φουντώνει ο αέρας της απάθειας, τα μαλλιά μου δεν κουνιούνται στους ρυθμούς του. Γιατί δεν αγνοώ, δεν περιφρονώ, δεν καταδικάζω στη μοίρα τα χέρια που μου απλώνονται για να σωθούν απ’τις αντάρες. Ίσως γιατί ξέρω ότι ο άνθρωπος είναι απλώς ένα ζώο. Ένα ζώο που μπορεί να κοιτάζει ουρανό, αλλά πατάει στις λάσπες. Κι αυτές τις λάσπες χρειάζεται πολύ νερό για να ξεπλυθούν.




14/09/2013

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου